Αμέσως μετά την άλωση, ο ανώτατος κλήρος παίζει το ρόλο του στυλοβάτη της Οθωμανικής εξουσίας και διώκει όσους την αμφισβητούν. Ο υπέρμαχος της «ανθενωτικής» άποψης (που συνοψίζεται στο δόγμα «προτιμότερο το Οθωμανικό σαρίκι από τη λατινική κουκούλα») Γεννάδιος γίνεται ο εκλεκτός πατριάρχης του Μωάμεθ του Πορθητή. Για να διασφαλίσει την υποταγή των «Ρωμαίων» στο Οθωμανικό σαρίκι, επιχειρεί να τους αποκόψει από την ιστορική συνέχεια τους διακηρύσσοντας ότι «δε θα έλεγα ποτέ ότι είμαι Έλληνας, γιατί δε σκέφτομαι όπως άλλοτε σκέφτονταν οι Έλληνες».
Στα βήματα του κινούνται επί 4 αιώνες όλοι οι διάδοχοι του στηρίζοντας την εξουσία του κατακτητή και αφορίζοντας (κυριολεκτικά) κάθε προσπάθεια αποτίναξης του ζυγού. Όταν ο Ρήγας Φεραίος κηρύσσει την ανεξαρτησία, ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' και οι αυλικοί του αποφαίνονται πως είναι «διεφθαρμένος τη φρένα». Όταν ο Φεραίος δολοφονείται, «άνθρωποι του Θεού» σαν το Μητροπολίτη Ιωαννίνων εκφράζουν την αγαλλίασή τους δηλώνοντας πως ο Ρήγας και οι σύντροφοί του «εσκόπευον να κάμουν επανάστασιν κατά του κραταιωτάτου Σουλτάνου αλλ' ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον όπου τους έπρεπε».
Οι δεσποτάδες ξεπερνούν τον εαυτό τους όταν αφορίζουν την ίδια την Επανάσταση. Το Μάρτη του 1821 το κίνημα του Υψηλάντη και του Σούτσου ξεδιπλώνεται στη Μολδοβλαχία. Το ιερατείο, θέλοντας να διατηρήσει τα προνόμιά του, συσκέπτεται υπό την καθοδήγηση του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ και αποφαίνεται ότι ο Υψηλάντης και ο Σούτσος:
«... αμφότεροι αλαζόνες και δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν ματαιόφρονες εκήρυξαν του γένους την ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανοήτους (...) έγινε γνωστή εις το πολυχρόνιον κράτος η ρίζα και η βάσις όλου αυτού του κακοήθους σχεδίου. Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν έργον μιαρόν, θεοσταγές και ασύνετον, θέλοντες να διακηρύξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας (...) Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθετοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας (...)
Διά τούτο προκαταλαμβάνοντες εκ προνοίας εκκλησιαστικής, υπαγορεύομεν πάσιν υμίν τα σωτήρια, και (...) συμβουλεύομεν και παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν πάσιν υμίν τοις κατά τόπον αρχιερεύσι, τοις ηγουμένοις των ιερών μοναστηρίων, τοις ιερεύσι των εκκλησιών, τοις πνευματικοίς πατράσι και ενοριών, τοις προεστώσι και ευκατάσταταις των κωμοπόλεων και χωρίων και πάσι απλώς τοις κατά τόπον προκρίτοις, να διακηρύξητε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακόβουλων ανθρώπων και να τους αποδείξητε και να τους στηλιτεύσητε πανταχού (...) Εκείνους δε τους ασεβείς πρωταιτίους και απονενοημένους φυγάδας και αποστάτας ολεθρίους να τους μισήτε και να τους αποστρέφεστε και διανοία και λόγω, καθότι και η εκκλησία και το γένος τούς έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ' αυτών τας παλαμναιοτάτας και φρικωδεστάτας αράς: ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας. Ως παραβάται δε των θείων νόμων και κανονικών διατάξεων... αφορισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και μετά θάνατον (...)».
Τον αφορισμό υπογράφουν οι μητροπολίτες Ιεροσολύμων, Καισαρείας, Νικομήδειας, Δέρκων, Ανδριανουπόλεως, Βιζύης, Σίφνου, Ηρακλείας, Νικαίας, Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Διδυμοτείχου, Βάρνης, Φαναρίου, Ναυπάκτου, Χαλκηδόνος, Τυρνάβου και, φυσικά, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Πολλοί αγιογράφοι μετέπειτα επιχείρησαν να αγιοποιήσουν τον Γρηγόριο όταν εκείνος απαγχονίστηκε δικαιολογώντας όλα τα παραπάνω και «λησμονώντας» πως ο απαγχονισμός του δεν ήταν η ποινή για την «επαναστατική» του δράση αλλά μέσο εκφοβισμού των «ραγιάδων».
Αντάξιος εκπρόσωπος της «ιερής αρχής» στην Πελοπόννησο είναι και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ο οποίος στηρίζει την εξουσία των πασάδων και των προκρίτων αποτελώντας τροχοπέδη για τους Φιλικούς, Ειδικά, ο Γρηγόρης Δικαίος, γνωστότερος ως «Παπαφλέσσας» εξοργίζει τον ανώτατο κλήρο, χαρακτηρίζεται από τον Γερμανό «άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τινί τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του έθνους» και απειλείται ακόμα και με αποσχηματισμό και αφορισμό.
Αυτοί είναι οι «αγώνες» των δεσποτάδων για να μη φορά φέσι ο ελληνικός λαός. Αυτών των «αγώνων» συνεχιστής είναι και ο Άνθιμος «φροντίζων τινί τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του έθνους». Και τη συλλογική του μνήμη κάνοντας το άσπρο μαύρο. Ή (όπως αρέσκονταν να κάνει ο κλήρος το Μεσαίωνα) βαφτίζοντας το κρέας «ψάρι» και το ραγιαδισμό «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα».
Εμείς δεν έχουμε κανένα σχόλιο γι’ αυτούς. Ας αφήσουμε να τους σχολιάσει ο Ιησούς της Ναζαρέτ τον οποίο τάχα μιμούνται και διακονούν:
«Ουαί υμίν γραμματείς και φαρισαίοι ΥΠΟΚΡΙΤΑΙ» !!!